«Αμα στη φωτιά δεν πατήσει άρβυλο, δεν σβήνει». Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζουν οι παλιοί και έμπειροι δασοπυροσβέστες και περισσότερο οι εθελοντές που εδώ και χρόνια προσφέρουν ανιδιοτελώς τον πολύτιμο ελεύθερο χρόνο τους όχι μόνο για να προστατεύουν αλλά και για να καθαρίζουν τα δάση. Η ιστορία του θεσμού της εθελοντικής δασοπροστασίας μετράει τουλάχιστον είκοσι πέντε χρόνια και γεννήθηκε από την ανάγκη των κατοίκων που ζουν κοντά σε δασικές περιοχές να βοηθούν την Πυροσβεστική Υπηρεσία και τα τμήματα της Πολιτικής Προστασίας της αυτοδιοίκησης.
Ο Σταύρος Σαλαγιάννης, επικεφαλής της εθελοντικής ομάδας δασοπροστασίας Βύρωνα, ασχολήθηκε, όπως λέει, με τον εθελοντισμό το 1989: «Τον πρώτο καιρό, έπεσα αμέσως σε πυρκαγιές στην περιοχή της Μαλακάσας με λιγοστή εκπαίδευση και πενιχρά μέσα και μπήκα κατευθείαν στα βαθιά». Το πιο δύσκολο απ’ όλα είναι, όπως λέει, να μπορέσεις να συνδυάσεις το επαγγελματικό σου ωράριο με τις βάρδιες πυροπροστασίας, γεγονός που αρκετές φορές σε φέρνει σε αντιπαράθεση με τους εργοδότες: «Πρέπει να ξέρετε ότι πολλά παιδιά έχουν χάσει τη δουλειά τους γιατί έπρεπε να φύγουν και να μεταβούν σε κάποιο μέτωπο».
Η εκπαίδευσή τους γίνεται στη διάρκεια της χειμερινής περιόδου από τους άνδρες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και περιλαμβάνει τόσο μαθήματα θεωρίας όσο και επιχειρησιακής ετοιμότητας σε αστικές και δασικές πυρκαγιές. Οι εθελοντές είναι έτοιμοι από τις αρχές Μαΐου να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, όταν τα δάση τούς χρειάζονται και δικαίως αποκαλούνται οι «ήρωες των δασών». Εβδομήντα οκτώ συμπολίτες μας είναι εγγεγραμμένα μέλη της εθελοντικής δασοπροστασίας στον Βύρωνα, εκ των οποίων οι σαράντα πέντε είναι σε πλήρη ετοιμότητα και σε καθημερινή βάση επανδρώνουν τα τρία από τα δεκαπέντε πυροφυλάκια του Υμηττού, καθώς και τις περιπολίες που απαιτούνται στον τομέα ευθύνης τους.
Αρκετοί από αυτούς έχουν ζήσει πολλά. Εχουν δει τον χάρο με τα μάτια τους, όταν κυκλώνονται από την πύρινη λαίλαπα ή όταν στις μάχες με τις φλόγες αναγκάζονται να περισυλλέξουν τις σορούς συναδέλφων τους. «Θυμάμαι το 1998 στις μεγάλες φωτιές του Καρέα ήμουν από τους πρώτους που έφτασα στο σημείο που σήμερα υπάρχει το μνημείο των πεσόντων πυροσβεστών. Αρχικά, βρήκαμε τους δύο άντρες της Πυροσβεστικής απανθρακωμένους τον έναν δίπλα στον άλλον και λίγο πιο πάνω ψάξαμε και βρήκαμε τον νεκρό εθελοντή. Από τότε άλλαξε ριζικά η ζωή μου» δηλώνει συγκινημένος ο κ. Σαλαγιάννης και προσθέτει με νόημα: «Να ξέρετε ότι αυτό που κάνουμε το αγαπάμε. Προσωπικά δεν έχω κάνει καλοκαιρινές διακοπές τα τελευταία επτά χρόνια και δεν με ενοχλεί καθόλου».
Αγρυπνοι φρουροί
Σε 24ωρη βάση οι εθελοντές του Υμηττού που επανδρώνουν τις υπηρεσίες μιλάνε με το κέντρο επιχειρήσεων του Συνδέσμου δίνοντας πληροφορίες για το τι συμβαίνει. Ολα ξεκινάνε από τον ασύρματο της Ματούλας Καραμπότσιου, η οποία έχει επιφορτιστεί με τον συντονισμό των δυνάμεων και με την ενημέρωση του επικεφαλής της Πυροσβεστικής, ο οποίος έχει και το γενικό επιχειρησιακό πρόσταγμα. Κάθε δήμος έχει τη δική του ομάδα με στόχο να υπάρχει ο υψηλότερος βαθμός ετοιμότητας και αποτελεσματικότητας των δυνάμεων. «Ο εθελοντισμός δεν είναι μόνο προσφορά στα δάση. Είναι προσφορά από τον άνθρωπο στον άνθρωπο για το περιβάλλον που θα μεγαλώσουν αύριο τα παιδιά μας» τονίζει ο Μανώλης Κονταξάκης, μέλος της εθελοντικής ομάδας Ηλιούπολης και ηθοποιός στο επάγγελμα. «Είμαι εφτά χρόνια στην ομάδα της Ηλιούπολης και περισσότερο φοβήθηκα όταν πριν από τρία χρόνια στις φωτιές της Πεντέλης μας κύκλωσε η φωτιά με μια υδροφόρα του δήμου και κοντέψαμε να χάσουμε τη ζωή μας σε κλάσματα δευτερολέπτου».
Ο Στέφανος Ζαφειρίου είναι σήμερα είκοσι τριών ετών και δηλώνει εθελοντής από την ηλικία των δέκα ετών, μαθητής ακόμα στη Γαλλία όπου έμενε με την οικογένειά του: «Στη Γαλλία μπορούσαμε να δηλώσουμε εθελοντές από μικρή ηλικία. Οταν ήρθα στην Ελλάδα στα δεκαοκτώ μου, το πρώτο που έψαξα να βρω ήταν μια ομάδα δασοπυρόσβεσης για να προσφέρω τις υπηρεσίες μου αλλά και για να εκπαιδευτώ στην κατάσβεση πυρκαγιών και στη διάσωση». Η προσφορά, όπως μας εξηγούν οι εθελοντές, δεν έχει ώρα και δεσμεύσεις. Πάνω στο παρατηρητήριο μπορεί να κάτσεις από τέσσερις έως οκτώ ώρες, ανάλογα με τον χρόνο που διαθέτει ο καθένας: «Σήμερα, μπορεί να διαθέσω δύο ώρες για περιπολία και αύριο να έχω τη δυνατότητα να κάτσω οκτώ και δέκα ώρες. Ακόμα και το ελάχιστο είναι πολύτιμο» υπογραμμίζει ο Στέφανος.
«Στην Καισαριανή, η δύναμη των εθελοντών αγγίζει τα εκατόν εξήντα πέντε άτομα και είναι όλα ενεργά κατά τη διάρκεια της αντιπυρικής περιόδου επανδρώνοντας πέντε φυλάκια και μία περιπολία την ημέρα» όπως μας λέει ο Σάκης Εξαρχόπουλος, καθηγητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και επικεφαλής της εθελοντικής ομάδας στην περιοχή. Το πιο σημαντικό, όπως μας εξηγεί ο κ. Εξαρχόπουλος, είναι να πείσεις τους νέους να μπουν στη διαδικασία της προσφοράς και κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο, γιατί «πρέπει πρώτα να τους εμπνεύσεις. Οι νέοι δεν πείθονται εύκολα από μεγάλες κουβέντες και φανφάρες. Είναι υποψιασμένοι και επιφυλακτικοί. Ομως, έχω πείσει αρκετούς να ακολουθήσουν την αγάπη για το δάσος».
Με επαγγελματισμό και αυταπάρνηση που θα ζήλευαν ακόμη και οι μόνιμοι υπάλληλοι της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, οι εθελοντές γνωρίζουν τα δάση των περιοχών που επανδρώνουν όσο κανείς άλλος και τούτο γιατί τα έχουν καθαρίσει και τα έχουν περπατήσει σπιθαμή προς σπιθαμή. Αλλωστε, η μισή ζωή τους είναι το δάσος και η προσφορά τους δεν έχει υλικό αντικίνητρο. Αυτά είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά που τους καθιστούν χρήσιμους και απαραίτητους στο συνολικό έργο της πυρόσβεσης, αν και η αντιμετώπισή τους δεν είναι η αναμενόμενη από την επίσημη ελληνική Πολιτεία, που εξακολουθεί να τους έχει ανασφάλιστους, όπως τονίζει ο επικεφαλής της εθελοντικής ομάδας δασοπροστασίας Βύρωνα Σταύρος Σαλαγιάννης.
Σκουπίδια και μπάζα πετάνε ασυνείδητοι
Μια απλή αυτοψία στους τελευταίους πνεύμονες πρασίνου της Αττικής αποδεικνύει ότι, παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται, έστω και στο παραπέντε, να καθαριστούν τα αστικά και τα περιαστικά δάση, χρειάζεται ακόμη πολλή δουλειά. Οι εικόνες που κατέγραψε ο φακός της «Espresso της Κυριακής» σε Υμηττό και Πεντέλη είναι απογοητευτικές. Μπαζωμένα ρέματα, σκουπίδια, ξερά χόρτα που ξεπερνάνε το ενάμισι μέτρο και αποκλεισμένοι δασικοί δρόμοι είναι η γενική εικόνα στα εναπομείναντα δάση της πρωτεύουσας. Χαρακτηριστικό της γραφειοκρατικής βραδύτητας είναι το γεγονός ότι η εκταμίευση των κονδυλίων για την πυροπροστασία έγινε στα τέλη Μαΐου, είκοσι ημέρες μετά την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου.
Οπως μας λέει ο δήμαρχος Πεντέλης Δημήτρης Στεργίου-Καψάλης, «φέτος, μας δόθηκαν μόνον 24.000 ευρώ, τα μισά από πέρυσι, και αυτά φτάνουν για να προσλάβουμε μόνο πέντε υπαλλήλους». Στην περιοχή του Υμηττού, παρά τις προσπάθειες των εθελοντικών ομάδων και των δημοτικών αρχών που έχουν τοποθετήσει ανοιχτές δεξαμενές νερού για τα ελικόπτερα, καθώς και δεκάδες άλλες κλειστού τύπου σε κομβικά σημεία των δασών, τα μπάζα και τα σκουπίδια, όπως βλέπετε από το φωτογραφικό υλικό, καλά κρατούν. Πλαστικές σακούλες, καναπέδες, στρώματα και παντός είδους εύφλεκτα υλικά που έχουν πεταχτεί από ασυνείδητους παραμένουν αναμεμειγμένα με σωρούς από ξερά χόρτα. «Πολλές προσβάσεις του δάσους έχουν κλείσει επικίνδυνα, με αποτέλεσμα να μη ρισκάρουν τα οχήματα να εισέλθουν, αφού δεν ξέρουν αν θα μπορέσουν να ξαναβγούν» τονίζει ο Σταύρος Σαλαγιάννης. Δυστυχώς, όπως συμπληρώνει και ο δήμαρχος του Βύρωνα και πρόεδρος του Συνδέσμου Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού (ΣΠΑΥ) Νίκος Χαρδαλιάς, «αυτή τη φορά, αν συμβεί το κακό, η μάχη με τη φωτιά θα είναι άνιση».
ΚΩΣΤΑΣ ΤΣΙΤΟΥΝΑΣ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ